H κάνναβη είναι γένος φυτών στο οποίο ταξινομούνται συνήθως τρία διακριτά είδη φυτών: Κάνναβη η ήμερη (Cannabis sativa), Ινδική κάνναβη (Cannabis indica) και Cannabis ruderalis. Αυτά τα είδη είναι ενδογενή στην Κεντρική Ασία αλλά και την Ινδική υποήπειρο. Η κύρια ψυχοτρόπος (ναρκωτική) ουσία της κάνναβης είναι η Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη, γνωστή ως THC. Είναι ένα απο τα 483 χημικά που είναι γνωστό ότι υπάρχουν στο φυτό κάνναβης συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον 84 άλλων κανναβινοειδών.

Η κάνναβη είναι φυτό του γένους των κνιδωδών, περιλαμβάνει ένα μόνο είδος, την Κάνναβη την ήμερη (Cannabis sativa) και υπάρχει στη φύση σε περισσότερες από εκατό παραλλαγές (cannabis indica, cannabis ruderalis, κ.α.), που διαφέρουν μεταξύ τους κυρίως ως προς την περιεκτικότητά τους σε ορισμένες δραστικές ουσίες.

Για ολόκληρες χιλιετηρίδες η κάνναβη έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην επιβίωση του ανθρώπου ως πηγή ενέργειας, διατροφής και ένδυσης και ως θεραπευτικό και ευφορικό μέσο. Αλλά εδώ και εξήντα χρόνια τέθηκε υπό καθεστώς διωγμού ως απειλή για την ύπαρξή του.

Η τύχη της κάνναβης κρίθηκε αποκλειστικά και μόνο από το συνδυασμό των πολιτικών, οικονομικών και τεχνολογικών αλλαγών που συντελέστηκαν κατά τη δεκαετία του 1930.

Τα πολλά πλεονεκτήματα και οι εφαρμογές της κάνναβης, την καθιστούσαν υπολογίσιμο αν όχι μοναδικό ανταγωνιστή των προϊόντων πολλών βιομηχανικών κλάδων (πετρελαιοειδή, οινόπνευμα, καπνός, φάρμακα, παραγωγής χαρτιού), οι οποίοι και συνεργάστηκαν αρμονικά προκειμένου να πετύχουν την απαγόρευση της κάνναβης, στα κρίσιμα χρόνια 1930-37 που σφραγίστηκαν από 5 κυρίως γεγονότα.

Τα γεγονότα αυτά ήταν: Η δημιουργία του «Ομοσπονδιακού Γραφείου Ναρκωτικών» (1930). Η δυνατότητα της φαρμακοβιομηχανίας να παράγει μαζικά χημικά προϊόντα (1928-32). Η άρση της Ποτοαπαγόρευσης (1933). Η κατασκευή μηχανών υψηλής τεχνολογίας για την παραγωγή χαρτιού από τη δασική ξυλεία και η μονοπώληση αυτής της παραγωγής από το συγκρότημα Hearst (1930-36). Και η μαζική εισαγωγή στην αγορά των προϊόντων της πετροχημικής βιομηχανίας (1926-36) και του νάυλον (1936).

Η κάνναβη εμφανίζει μια εξαιρετικά μεγάλη ποικιλία όσον αφορά τα βοτανικά, τα γενετικά και τη χημικά συστατικά της. Ο αριθμός των ειδών στο γένος της κάνναβης ήταν αμφιλεγόμενος για πολλά χρόνια. Ορισμένες αναφορές πρότειναν την κάνναβη ως πολυτυπικό γένος. Ωστόσο, με βάση τα μορφολογικές, ανατομικές, φυτοχημικές και γενετικές μελέτες, αντιμετωπίζεται γενικά ως έχουσα ένα μόνο, ιδιαίτερα πολυμορφικό είδος, το C. sativa L. Άλλα είδη που αναφέρονται είναι η Cannabis indica Lam. και το Cannabis ruderalis Janisch, αλλά τα φυτά που θεωρείται ότι ανήκαν σε αυτά τα είδη αναγνωρίζονται πλέον ως ποικιλίες C. sativa L. (var. Indica και var. Ruderalis, αντίστοιχα). Η κύρια μορφολογική διαφορά μεταξύ της indica και της sativa είναι τα φύλλα τους. Τα φύλλα της sativa είναι πολύ μικρότερα και λεπτότερα, ενώ εκείνα της indica είναι πλατύτερα και έχουν χρώμα βαθύ πράσινο, συχνά με μοβ χροιά και στην ωρίμανση, γίνονται σκούρα μοβ. Επίσης, τα φυτά indica είναι μικρότερα και πιο πυκνότερα, συνήθως κάτω από 6 πόδια ύψους και σπάνια πάνω από 8 πόδια. Η Indica έχει βραχέα κλαδιά φορτωμένα με πυκνούς οφθαλμούς, οι οποίοι ωριμάζουν νωρίς, συνήθως στις αρχές Σεπτεμβρίου στο Βόρειο ημισφαίριο. Η φυσική κατανομή του indica είναι το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, η Ινδία και οι γύρω περιοχές. Τα φυτά της sativa έχουν μακριά κλαδιά, με τα χαμηλότερα να απλώνονται 4 πόδια ή περισσότερο από τον κεντρικό μίσχο, όπως σε ένα κωνικό χριστουγεννιάτικο δέντρο. Το ύψος τους κυμαίνεται από 6 πόδια έως περισσότερο από 20 πόδια, με συνηθέστερο έυρος: 8 – 12 πόδια. Ο χρόνος ωρίμανσης της κάνναβης ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με την ποικιλία και τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Η sativa βρίσκεται σε όλο τον κόσμο και περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος των ναρκωτικών των ισημερινών ποικιλιών όπως η Κολομβιανή, η Μεξικάνικη, η Νιγηριανή και η Νότια Αφρικάνικη. Τα φυτά sativa τείνουν να έχουν περιεκτικότητα υψηλότερη στο Δ9-THC και χαμηλότερη σε CBD από ό, τι τα indica.